гантель - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

гантель - translation to πορτογαλικά

ПАРНЫЙ СПОРТИВНЫЙ СНАРЯД ДЛЯ ПОДНЯТИЯ ВЕСА
Занятия гантелями; Гантели
  • Amanda Françozo}}
  • Литая гантель советского производства
  • Разборные гантели

гантель      
haltere (m)
haltere m      
спорт гантели, гири

Ορισμός

гантель
ж.
Ручной спортивный снаряд в виде двух металлических шаров или наборов металлических дисков, соединенных короткой рукояткой.

Βικιπαίδεια

Гантель

Ганте́ль (нем. Hantel) — спортивный инвентарь для выполнения физических упражнений с отягощениями, направленный на развитие мышц, укрепление суставов и общей работоспособности организма.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για гантель
1. Спортивному Александру Розенбауму вручил гантель.
2. - Гантель не таскаю, но и расслабуху себе не позволю.
3. В верхней - поднимайте гантель к поясу и отводите лопатку назад.
4. Именитый Николай Михайлович Амосов таскал для занятий тяжелую гантель...
5. Например, изувер заставлял держать над головой 3-килограммовую гантель.